Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2011

Στα δάση της Δράμας


Στις αρχές του φθινοπώρου, η φύση στα βόρεια και βορειοανατολικά του νομού Δράμας είναι μια «ραψωδία» χρωμάτων. Εχοντας όμως μόνο δύο ημέρες στη διάθεσή μας, εξερευνήσαμε όσο περισσότερα από τα δάση και τους καταρράκτες της περιοχής μπορέσαμε. Και συναντήσαμε κωνοφόρα μοναδικά στο είδος τους, ύψους έως και 60 μέτρων και ηλικίας ακόμα και 300 ετών(!), καθώς και ποικιλία πανίδας. Εδώ άλλωστε ζουν από λαγοί, σκίουροι και ελάφια μέχρι και καφέ αρκούδες.

Στο Παρανέστι φτάσαμε κάποια στιγμή αργά το απόγευμα, οδηγώντας το γνωστό «θηρίο» Suzuki Grand Vitara 2.4. Το ταξίδι μας από την Αθήνα ήταν άνετο λόγω των εξαιρετικών αναρτήσεων του αυτοκινήτου, αλλά μακρύ. Είχαμε διανύσει, εξάλλου, 690 χλμ. μέχρι το Παρανέστι, που θα ήταν το ορμητήριό μας· το χωριό, που απέχει 42 χλμ. από τη Δράμα, αριθμεί περίπου 1.200 κατοίκους που ασχολούνται με τη γεωργοκτηνοτροφία και την υλοτομία, δύο ωραίους ξενώνες, σιδηροδρομικό σταθμό, καθώς και κοιτάσματα ουρανίου, αν πιστέψει κανείς το Διαδίκτυο!
Εδώ βρήκαμε κι εμείς θαλπωρή, καλά δωμάτια και πεντανόστιμο φαγητό στον ξενώνα Νέσσος, όπου μείναμε, και μετά το πλήρες δείπνο μας πήγαμε κατευθείαν για ύπνο.
Η ΕΞΕΡΕΥΝΗΣΗ ΑΡΧΙΖΕΙ
Πρωινή έγερση (στις 7, παρακαλώ), εξαιρετικό πρωινό, μια μικρή άσκηση επί χάρτου, γέμισμα του ρεζερβουάρ διά παν ενδεχόμενον, και δρόμο. Το δρομολόγιό μας θα ήταν προς Φράγμα Πλατανόβρυσης, ιαματικές πηγές Θερμιών, δασικό χωριό Ελατιάς, Σκαλωτή, φράγμα Θησαυρού και μέσω φράγματος Πλατανόβρυσης πίσω στο Παρανέστι.
Ο δρόμος μέχρι τα Θερμιά είναι άσφαλτος και η διαδρομή αρκετά γραφική. Στα 6 χλμ. από το Παρανέστι, περνάμε πάνω από μια στρατιωτική γέφυρα και αμέσως μετά ο δρόμος χωρίζει. Δεξιά για Διπόταμα (την επομένη θα πηγαίναμε εκεί) και αριστερά για Θερμιά. Αριστερά πάμε εμείς και στα 13 χλμ. βλέπουμε μέρος της τεράστιας λίμνης που δημιούργησε ο «εγκλωβισμένος» Νέστος. Σχεδόν αμέσως βλέπουμε και το φράγμα της Πλατανόβρυσης. Και τα δύο φράγματα του Νέστου έχουν κατασκευαστεί πρωτοποριακά από σκυρόδεμα ανακατεμένο με τέφρα από τους λιγνίτες της Πτολεμαΐδας. Πρόκειται για ελληνική ευρεσιτεχνία, που δίνει ένα εξαιρετικά ανθεκτικό τελικό προϊόν, για το οποίο μπορούμε να είμαστε περήφανοι. Ο δρόμος συνεχίζει μέσα από πολλές στροφές αλλά και δάση από κρανιές. Πουθενά δεν έχω δει τόσο πολλές κρανιές συγκεντρωμένες. Στα 26 χλμ. από το Παρανέστι συναντάμε στα δεξιά ένα ωραιότατο μονότοξο παλιό γεφύρι. Η Κατερίνα κατεβαίνει για να τραβήξει φωτογραφίες κι εγώ για να χαζέψω τη φύση, αλλά και να «ληστέψω» μια βατομουριά με μεγάλα και «τσουπωτά» βατόμουρα. Μετά από 9 χλμ. φτάνουμε στις ιαματικές πηγές Θερμιών, όπου μπροστά στο θέαμα που αντικρίζουμε η Κατερίνα αναφωνεί: «Ελλάς, το μεγαλείο σου!».
Μπροστά μας, ή καλύτερα εκατέρωθεν του δρόμου, υπάρχει μια μικρή ντενεκεδούπολη, κάτι σαν λατινοαμερικανική φαβέλα, ενώ βλέπουμε και αρκετό κόσμο να κυκλοφορεί με μπουρνούζι, μισοντυμένος ή με μισοφόρια. Η Κατερίνα τράβηξε μερικές φωτογραφίες και φύγαμε γρήγορα από αυτό το αγλάισμα του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού.
Λίγο έξω από τα Θερμιά, ευτυχώς, αρχίζει ο χωματόδρομος και το βασίλειο των δέντρων. Ο χωματόδρομος είναι πολύ βατός, νομίζω, ακόμα και για ένα απλό Ι.Χ. Μετά από 5 χλμ. ο δρόμος πάλι χωρίζει. Δεξιά για Παρθένο Δάσος και αριστερά για Ελατιά. Πάλι αριστερά εμείς, επειδή δεν είχαμε προνοήσει να πάρουμε άδεια από το δασαρχείο. Τώρα πια βρισκόμαστε για τα καλά στο δάσος. Κι εκεί που χαζεύουμε τη γύρω φύση, ένα τεράστιο ελάφι βρέθηκε ξαφνικά μπροστά μας. Κοκάλωσα το αυτοκίνητο, όσο πιο απαλά μπορούσα, στα 10 μέτρα από το ακίνητο ελάφι. Η Κατερίνα πήγε να σηκώσει τη μηχανή της κι εκείνη ακριβώς τη στιγμή άρχισε να «εφαρμόζεται» ο νόμος του Μέρφι. Το λουρί της μηχανής μπλέχτηκε λίγο με το κουμπί της έντασης του ραδιοφώνου και το ελάφι δεν μπόρεσε ούτε για δευτερόλεπτα να αντέξει στη διαπασών τη φωνή του Θηβαίου στο «Προσοχή στο γορίλλα»! Η Κατερίνα ήταν έτοιμη σχεδόν να βάλει τα κλάματα.
Μετά από αρκετά χιλιόμετρα (περίπου 24) βρήκαμε πινακίδα που πήγαινε αριστερά προς Μέγα Ρέμα και την ακολούθησα για λόγους εξερευνητικούς. Εκεί δεν βρήκαμε ελάφια, αλλά πολλούς σκίουρους, ένα κοπάδι αγριόγαλους και ένα υπέροχο τοπίο. Ολα αυτά βοήθησαν την Κατερίνα να ξεχάσει. Γυρίσαμε πίσω στον κεντρικό δρόμο και συνέχισα για το δασικό χωριό, το οποίο προσεγγίσαμε μετά από 17 χλμ. υπέροχης διαδρομής. Τα μεγάλα και επιβλητικά οικήματα είναι ιδιοκτησία της Δασικής Υπηρεσίας και χρησιμοποιούνται, πλην των άλλων, και για φιλοξενία επισκεπτών. Η φιλοξενία παρέχεται δωρεάν, αλλά πρέπει να εξασφαλιστεί εγκαίρως η διαμονή από το Δασαρχείο Δράμας. Το «χωριό» βρίσκεται στη θέση ενός παλιού τσελιγκάτου, στην τοποθεσία που είναι γνωστή ως «Καλύβια Κούτρα». Λίγο έξω από το χωριό βρίσκεται το παλιό δασικό εργοτάξιο, σε ένα μικρό λιβάδι με παλιά εγκαταλελειμμένα οικήματα. Πιο κάτω, στο δρόμο για Σκαλωτή, αρχίζει πάλι η άσφαλτος, που έχει όμως πολλά δύσκολα σημεία και θέλει πολλή προσοχή αν είστε με συμβατικό Ι.Χ.
Η Σκαλωτή είναι ένα όμορφο χωριό με λίγους κατοίκους που ασχολούνται με την κτηνοτροφία και την υλοτομία. Σταματήσαμε εκεί για φαγητό στην ωραιότατη ταβέρνα «Το Ξύλινο», επειδή, ως γνωστόν, την πείνα κανείς αντρειωμένος δεν νίκησε ποτέ!
ΟΛΑ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ ΔΥΣΚΟΛΑ
Πάντοτε μετά από ένα καλό φαγητό αντιμετωπίζω το μέλλον με αισιοδοξία και ξεκίνησα, χωρίς να το ξέρω, για να περάσω έναν από τους χειρότερους χωματόδρομους που έχω αντιμετωπίσει μέχρι τώρα. Αρχιζε μέσα από το χωριό κι έβγαινε στο φράγμα του Θησαυρού. Για να είμαι ειλικρινής, τον πέρασα σχετικά εύκολα, επειδή απλώς δεν είχε βρέξει. Μεγάλα κομμάτια του δρόμου, πολλά από αυτά στηθώματα, ήταν καλυμμένα με άσπρο πηλό σε μορφή πούδρας και με μεγάλο πάχος. Τέτοιο δρόμο, αν βρέξει, κυριολεκτικά ούτε τρακτέρ δεν μπορεί να τον περάσει, γιατί ακόμα και λάστιχα με «τακούνια» δεν έχουν πρόσφυση. Σε αυτόν, όμως, τον άβατο παλιόδρομο των περίπου 22 χλμ. συναντηθήκαμε πέντε φορές με ελάφια, που όμως αρνούνταν πεισματικά να ποζάρουν για την Κατερίνα.
Στο φράγμα του Θησαυρού, με το που σταματήσαμε για φωτογράφιση, ο γάτος-φύλακας της ΔΕΗ έτρεξε να μας προϋπαντήσει. Ο φουκαράς, μάλλον λόγω των περικοπών, ήταν νηστικός. Μετά από 2 κομμάτες τυρί, όμως, δεν έλεγε να φύγει από τα πόδια μου, ενώ εκδήλωσε κι έντονα την επιθυμία να μπει στο αυτοκίνητο. Αλλά δεν μου πήγαινε να στερήσω από τη ΔΕΗ έναν τόσο ευσυνείδητο υπάλληλο, που ακόμα και νηστικός ήταν στο πόστο του!
Με το που φτάσαμε στον ξενώνα μας, αισθανόμουν έντονα αυτήν τη γλυκιά νάρκη της κούρασης. Λίγος τραχανάς-βάλσαμο από την καλή κυρία Σοφία, και στο δωμάτιο δεν πρόλαβα ούτε τις κάλτσες μου να βγάλω!
ΒΟΛΤΑ ΣΤΟΥΣ ΚΑΤΑΡΡΑΚΤΕΣ
Την τρίτη και τελευταία ημέρα, είχαμε έγερση στις 8. Μετά το εξαιρετικό πρωινό, που επιμελούνται η Σοφία και ο Γαβρίλης, γνώρισα τον Τάσο Αναστασιάδη, απολαμβάνοντας μαζί του έναν εσπρέσο. Ο Τάσος έχει το Vistonis Outdoor Activities με έδρα την Ξάνθη και είχε ερθει με ένα γκρουπ περιπατητών. Μου είπε πάρα πολλά που δεν ήξερα και θα μπορούσα να δω στη χθεσινή μεγάλη περιήγηση. Κρίμα που δεν τον είχα γνωρίσει πιο πριν. Στη σημερινή μας βόλτα θα πηγαίναμε να δούμε κάποιους καταρράκτες σε σχετικά μικρή απόσταση από το Παρανέστι, γιατί το βράδυ θα έπρεπε να είμαστε στην Αθήνα. Ξεκινήσαμε μαζί με τη Σοφία, που ήθελε να έρθει μαζί μας. Φύγαμε από τον ίδιο δρόμο που πήραμε και χθες, με τη διαφορά ότι στην πρώτη διασταύρωση στρίψαμε δεξιά για Διπόταμα.
Ο δρόμος έχει σε όλο του το μήκος τα ορμητικά νερά του Αρκουδορέματος στο δεξί μας χέρι και μετά από 7 χλμ. από τη διασταύρωση βρίσκουμε πινακίδα δεξιά για τους καταρράκτες της Αγίας Βαρβάρας, που είναι και οι πιο εύκολα επισκέψιμοι από τους 7 επιβλητικούς καταρράκτες που έχει ο νομός, γιατί απαιτείται μόνο ένα 5λεπτο περπάτημα από το σημείο όπου αφήνουμε το αυτοκίνητο. Παρότι δεν έχει πολύ νερό, είναι ένας επιβλητικός καταρράκτης, μαζί με τη λιμνούλα που σχηματίζει. Από εκεί γρήγορα για τα Διπόταμα, που είναι ένας οικισμός Ποντίων προσφύγων του 1922 και μέχρι τη δεκαετία του 1960 ήταν συγκροτημένο χωριό με αρκετούς διάσπαρτους και εγκαταλελειμμένους πλέον οικισμούς. Σήμερα κατοικείται μόνο ο Αγιος Νικόλαος, ο κεντρικός οικισμός. Περίπου στα 3 χλμ. από το χωριό, μια πινακίδα δείχνει το μονοπάτι για τον καταρράκτη Λεπίδα κι έχει ένα κατέβασμα και μετά ανέβασμα 500 μ. Επειδή το είχα κάνει πριν από πέντε χρόνια, άφησα την Κατερίνα με τη Σοφία, που είχαν αθλητική διάθεση, να κατέβουν μόνες κι εγώ ασχολήθηκα με τη συλλογή φρούτων του δάσους. Βρήκα ακόμα και μπελλαντόνες, εκτός από τα βατόμουρα!
Τα κορίτσια γύρισαν τόσο εξαντλημένα, που δεν είχαν κουράγιο ούτε βατόμουρο να δαγκώσουν. Μπήκαμε στο αυτοκίνητο και ξεκινήσαμε για τα Μεγάλα Λιβάδια, που είναι σχεδόν το κέντρο της κτηνοτροφίας με χιλιάδες ζώα. Ομως δεν είχαμε υπολογίσει τα διάφορα τσοπανόσκυλα, κι έτσι στην αρχή αυτών των υπέροχων ορεινών λιβαδιών ανακρούσαμε πρύμναν και πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Η Σοφία μάς έδειξε κι ένα παλιό μονότοξο γεφύρι, όπου μια συμπαθέστατη μπράσκα (μεγάλο βατράχι) πόζαρε για πορτρέτο στην Κατερίνα. Γυρίσαμε στο Παρανέστι να αφήσουμε τη Σοφία και να πάρουμε τα πράγματά μας. Φύγαμε για Αθήνα με την αίσθηση πως δεν είχαμε δει τίποτα. Νομίζω πως θα ήθελα τουλάχιστον μία εβδομάδα με καλό καιρό και το πιστό μας «θηρίο», για να πω πως γνώρισα λίγο αυτά τα υπέροχα μέρη.

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου